Το Πανελλήνιο Πρωτάθλημα Ταχύτητας του ΣΟΑΜ για το 2011 έχει ήδη διανύσει την μισή του απόσταση. Οι βαθμολογίες άρχισαν να διαμορφώνονται. Ο αριθμός των συμμετοχών -δεδομένων των συνθηκών- κρίνεται ικανοποιητικός (τουλάχιστον για την κατηγορία Open). Είναι όμως αυτό το ζητούμενο; Οι αγώνες ταχύτητας παραμένουν οικογενειακή υπόθεση του δίκυκλου εμπορικού κόσμου. Η διεύρυνση του πρωταθλήματος εξετάζεται ως ενδεχόμενο; Τι είναι αυτό που πραγματικά λείπει για να αναπτυχθεί το σπορ; Ακολουθούν μερικές σκέψεις, ανοιχτές προς συζήτηση...
γράφει ο Τζαννής Χαλκούσης
Σε μια εποχή που η θλίψη και η απογοήτευση εξελίσσεται σε εθνικό σπορ, η αγωνιστική μοτοσικλέτα δίνει τον δικό της αγώνα επιβίωσης. Όσοι παρακολουθούν τους αγώνες ταχύτητας τα τελευταία 35 χρόνια έχουν γνωρίσει τις καταιγίδες και τις θύελλες που πέρασε το σπορ. Κύριος υποστηρικτής πάντα των αγώνων υπήρξε ο επαγγελματικός κόσμος των δύο τροχών. Σε κάποιες δε από τις δυσκολότερες φάσεις τους είχες την εντύπωση ότι παρακολουθούσες αγώνες ταχύτητας μεταξύ μηχανικών και εμπόρων. Υπήρξαν καλές και κακές εποχές και οι μεν διαδέχονταν τις δε. Στις καλές, υπήρχαν πολλές συμμετοχές ιδιωτών και επαγγελματιών, ενώ η παρουσία πολλών και «μεγάλων» χορηγών έδιναν αίγλη στην αγωνιστική μοτοσικλέτα (που ανέκαθεν αντιμετωπιζόταν από την αμαρτωλή ΕΘΕΑ σαν φτωχός συγγενής του μηχανοκίνητου σπορ). Στις κακές (εποχές) οι αγώνες εξελίσσονταν σε «οικογενειακή» υπόθεση των επαγγελματιών.
Είναι η τρίτη χρονιά που ο ΣΟΑΜ (Σύνδεσμος Οδηγών Αγώνων Μοτοσικλέτας) αναλαμβάνει την ευθύνη του Ελληνικού πρωταθλήματος, αφού προηγουμένως φρόντισαν επιμελώς οι αμέσως εμπλεκόμενοι (λέσχες, ΕΘΕΑ, επαγγελματίες, ειδικός τύπος, παράγοντες και παραγοντίσκοι, ων ουκ έστιν τέλος) να απαξιώσουν το άθλημα, εξυπηρετώντας μικροσυμφέροντα φατριών και διαπλεκομένων της εκάστοτε εποχής. Δυστυχώς, όπως σε όλα τα κοινωνικά δρώμενα της πικρής πατρίδας, οι σχετιζόμενοι με οποιονδήποτε κλάδο, τον θεωρούν τσιφλίκι τους και οι συμφεροντολογικές διαμάχες τους οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια στον ιδιότυπο Ελληνικό εμφύλιο, που σχεδόν πάντα καταλήγει με φόρα στον τοίχο. Αρκεί να κοιτάξετε γύρω σας… Όλα είναι τόσο ανατριχιαστικά ορατά… Ατυχώς, το Ελληνικό σύστημα εκπαίδευσης κομπάζει ότι μας διδάσκει Ιστορία (όλοι έχουμε τις αυταπάτες μας), όμως ουδόλως μας διδάσκει το «Πως» θα διδαχτούμε ΑΠΟ την Ιστορία. Η παντελής (και σε πολλές περιπτώσεις εσκεμμένη) έλλειψη μνήμης του λαού μας, τον καταδικάζει μόνιμα στα ίδια λάθη, υποθηκεύοντας το μέλλον των παιδιών του και των εγγονών του (στην καλύτερη περίπτωση).
Πενήντα πέντε χρόνια ψάχνω με τον μεγεθυντικό φακό να ανακαλύψω μία δημιουργική ενέργεια με μέλλον και προοπτική, που θα βρει την συνέχειά της από τους νεότερους. Ψάχνω για ένα όραμα, έναν στόχο που να ενέπνευσε μια ομάδα ανθρώπων (όσο μικρή και αν ήταν) να την συνεχίσει, να την παλέψει, να την αναπτύξει. Προσπαθήστε να θυμηθείτε κάτι που συγκίνησε, που ενεργοποίησε, που ενθουσίασε ομάδες συμπατριωτών μας και βρήκε συνέχεια, εξελίχθηκε, έφθασε και παρέμεινε στην κορυφή. Τα τελευταία που θυμάμαι είναι οι ογκώδεις πολιτικές συγκεντρώσεις του Ανδρέα Παπανδρέου (για το όραμα του σοσιαλισμού που πνίγηκε στο όραμα της μίζας), η παρουσία ενός εκατομμυρίου συμπολιτών μας στους δρόμους για το Euro 2004 (για το όραμα ενός … Γερμανού, που χειρίστηκε με μαεστρία τα μειονεκτήματα του Ελληνικού χαρακτήρα και στην συνέχεια βυθίστηκε στην μιζέρια του παραγοντισμού) και οι πολυπληθείς διαδηλώσεις για την … ονομασία του γειτονικού κρατιδίου των Σκοπίων.
Ψάχνω για ένα Ελληνικό επίτευγμα – όραμα που θα με πείθει ότι ζω, αναπνέω, ελπίζω και ότι υπόσχεται ένα λίγο καλύτερο μέλλον για τα παιδιά μου. Κάθε εποχή κουβαλά το στίγμα των «λίγων» της και αυτό που της δίνει προοπτική και ελπίδα είναι οι «οραματιστές» της, που σε πείσμα των καιρών της, δημιουργούν, αναπτύσσουν, εξελίσσουν και μεταδίδουν το όραμά τους. Κάθε εποχή έχει την «Αναγέννησή» της. Εκτός από εδώ. Γιατί ό,τι καλό συμβεί είναι αποσπασματικό, δεν βρίσκει συνέχεια, κριτικάρεται, εκμαυλίζεται και αργοπεθαίνει στην μιζέρια της Ελληνικής αδιαφορίας και του ατελείωτου χασμουρητού. Έχει πλέον εξελιχθεί σε θεσμό: οι Έλληνες οραματιστές ξενιτεύονται … και εννέα στους δέκα κάνουν προκοπή. Τυχαίο; Δεν νομίζω. Ο διευθυντής της NASA είναι Έλληνας, διακεκριμένοι καθηγητές στα δυσκολότερα πανεπιστήμια των ΗΠΑ είναι Έλληνες, ο εμπνευστής του μαθητικού φορητού υπολογιστή των 100 δολαρίων είναι Έλληνας, διάσημοι διεθνείς σκηνοθέτες και μουσικοί είναι Έλληνες, ο αεροδυναμιστής της Ferrari είναι Έλληνας… Ατελείωτος ο κατάλογος.
Στοπ Καρέ…
Το 1923, ο Enzo Ferrari –νεαρός τότε οδηγός αγώνων για λογαριασμό της Alfa Romeo, φιλόδοξος, οραματιστής, γεμάτος σχέδια, μα και άφραγκος- εμφανίζεται στον Nicola Romeo και του προτείνει να δημιουργηθεί ξεχωριστό αγωνιστικό τμήμα υπό την ευθύνη του Ferrari και του δηλώνει με πάθος ότι ένα τέτοιο project αποτελεί την μεγαλύτερη και μοναδική φιλοδοξία της ζωής του. Στυγνός επιχειρηματίας ο Nicola του δηλώνει ότι αυτά είναι λόγια του αέρα, αφού ούτε το κατάλληλο προσωπικό διαθέτει, ούτε την απαιτούμενη υποδομή. Και ο διάλογος εξελίσσεται ως εξής:
Enzo: Την έχω (την υποδομή). Έχω τεχνικούς, μηχανικούς και τον καλύτερο σχεδιαστή της αγοράς.
Nicola: Αδύνατον. Ο μεγαλύτερος σχεδιαστής της αγοράς είναι ο Vittorio Jano και ανήκει στην Fiat. Πρέπει να γνωρίζετε ότι του κάναμε πολλές γενναιόδωρες προσφορές και πάντα αρνείται…
Ο Enzo ζήτησε ένα λεπτό, βγήκε από την αίθουσα και μετά από μερικά δευτερόλεπτα μπήκε ξανά συνοδευόμενος από έναν κύριο.
Enzo: Κύριοι, σας παρουσιάζω τον Vittorio Jano. Τα σχέδια που παρατηρείτε τόση ώρα είναι δικά του…
Nicola: Μα πως…..;
Ο Enzo τον πλησίασε και του ψιθύρισε στο αυτί: «Αρνιόταν γιατί οι προσφορές σας ποτέ δεν περιελάμβαναν ένα όνειρο. Ίσως δεν το καταλαβαίνετε, αλλά τα όνειρα είναι μεταδοτικά…»
Σημείωση: Τα σχέδια στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων ήταν του πρωτοτύπου Ρ2, που δύο χρόνια αργότερα κατέκτησε τον παγκόσμιο τίτλο. Ουσιαστικά, ο προηγούμενος διάλογος (και τελικά η συμφωνία στο σχέδιο - όραμα Enzo) υπήρξε ο θεμέλιος λίθος της αυτοκρατορίας του Enzo Ferrari.
Στοπ Καρέ τέλος…
Τι έχουν τα έρμα και ψοφάνε; Τελικώς, είναι η νοοτροπία που μας σκοτώνει.
Θα μου πείτε τι σχέση έχουν όλα αυτά με το Ελληνικό πρωτάθλημα ταχύτητας και τον πρώτο του γύρο στην Τρίπολη; Θα πω ειλικρινά: Με παίρνει το παράπονο. Με τρελαίνει η ιδέα του πόσα θα μπορούσαμε να έχουμε πετύχει και πόσα έχουμε πραγματικά πράξει. Με γονατίζει η κατάθλιψη όταν διαβάζω στα blog, τα sites και τον ειδικό τύπο θετικά σχόλια για την παρουσία 2.000 θεατών. Εξοργίζομαι όταν οι εικόνες των Μαριτσών του 1981 και αυτές της Τρίπολης του 2011 είναι σχεδόν οι ίδιες. Διάολε, έχουν περάσει 30 χρόνια και δεν έχει αλλάξει τίποτα; Ακόμη και πολλά ονόματα συμμετεχόντων παραμένουν ίδια (οι απόγονοι των τότε)… Πάει να πει, δηλαδή, ότι το πολιτικό σκηνικό βρίσκει την μίμησή του στην αγωνιστική μοτοσικλέτα: Κληρονομικό δικαίωμα…
Η αγωνιστική μοτοσικλέτα είναι παγκοσμίως λαοφιλές άθλημα. Αποδεικνύεται περίτρανα από την ογκώδη παρουσία θεατών σε διεθνή και τοπικά πρωταθλήματα στις περισσότερες χώρες του κόσμου. Ακόμη και το μόλις πριν από δέκα πέντε χρόνια απομονωμένο «ανατολικό μπλοκ» άνοιξε τα σύνορά του και ήδη συμμετέχει δυναμικά στις διεθνείς εκδηλώσεις του μηχανοκίνητου αθλητισμού με πίστες υπό κατασκευή, πιλότους στα παγκόσμια και ευρωπαϊκά πρωταθλήματα, οικονομική στήριξη από μεγάλες εταιρείες και την οργανωμένη και επίσημη υποστήριξη από τους κυβερνητικούς μηχανισμούς των χωρών που «ανήκαν» σ’ αυτό.
Παγκοσμίως, το άθλημα αλλάζει διαρκώς, οργανώνεται, μεταρρυθμίζεται, δημιουργεί νέα δεδομένα, μαθαίνει από τα λάθη του, εξαπλώνεται δυναμικά, φροντίζει για την προβολή του, δημιουργεί μεγαλύτερα έσοδα, εμπλουτίζει το πρόγραμμά του και με έξυπνες τακτικές προώθησης οι θεατές αυξάνονται με γεωμετρική πρόοδο, δημιουργώντας νέες αγορές.
Εμείς, τα τελευταία 40 χρόνια αναλωθήκαμε στην διαμάχη οδηγών – ΕΘΕΑ και λεσχών – ΕΘΕΑ, με τον ειδικό τύπο και τους παράγοντες να σέρνουν τον χορό του ιδιότυπου αυτού εμφυλίου. Στη συνέχεια περάσαμε στον εμφύλιο της δημιουργίας πιστών. Κάθε μέρα ανακοινωνόταν η δημιουργία μίας νέας πίστας, πότε από τους κολλητούς κάποιων και πότε από τους κολλητούς των αντιπάλων των κολλητών. Υδροβιότοποι ξεφύτρωναν από το πουθενά, δασικές περιοχές αποχαρακτηρίζονταν ή το αντίστροφο και γενικώς η μπίλια της μηχανοκίνητης ρουλέτας γύριζε αναλόγως του σε ποια ομάδα (διαπλεκομένων) ανήκε ο εκάστοτε ενδιαφερόμενος. Οι συμμετέχοντες εμμέσως ή αμέσως στην αγωνιστική μοτοσικλέτα είχαν κατακερματιστεί σε δεκάδες ομάδες και υποομάδες, καταρρακώνοντας την έννοια του «ισχύς εν τη ενώσει». Τα μικροσυμφέροντα ήταν το ζητούμενο και όχι το μακροπρόθεσμο γενικό συμφέρον που με ορθή οργάνωση θα προέκυπτε. Το διαρκές ανόητο λάθος της ράτσας μας να μη μαθαίνουμε από την πλούσια ιστορία μας θα μας οδηγεί στο διηνεκές στην καταθλιπτική αποτυχία. Αποδεικνυόμαστε γεννημένοι losers και ατυχώς δεν διαφαίνεται κάποια τάση αλλαγής νοοτροπίας και ρότας.
Ο ΣΟΑΜ, σ’ αυτή τη νεότερη φάση των αγώνων, ανέλαβε να μαζέψει τα ασυμμάζευτα και ουδείς δικαιούται να του προσάψει κατηγορία ότι δεν προσπαθεί φιλότιμα. Έως εδώ όμως. Παρατηρώντας τα τεκταινόμενα από ψηλά (και όχι αφ’ υψηλού) προκύπτουν ερωτήματα για την διαχρονικότητα της συγκεκριμένης λύσης και τις μελλοντικές πιθανότητες ανάπτυξης του σπορ. Πρέπει να είμαστε μία από τις ελαχιστότατες –αν όχι η μοναδική- χώρα του πλανήτη που οι ίδιοι οι οδηγοί διοργανώνουν πρωτάθλημα για τον εαυτό τους. Αντιλαμβάνομαι την αναγκαιότητα της συγκεκριμένης λύσης, δεδομένης της κατάντιας του αθλήματος κατόπιν όλων όσων συνέβησαν τα τελευταία χρόνια. Δεν θα μπορούσε ποτέ όμως να αποτελεί μόνιμη λύση. Μου θυμίζει έντονα την λαϊκή ρήση «να μαζευτούμε να πάτε»… Πώς να διαχειριστούν –για παράδειγμα- οι οδηγοί (που στην πλειονότητά τους είναι επαγγελματίες του χώρου ή «πατρονάρονται» από αυτούς) χορηγούς και σπόνσορες όταν σε πολλές περιπτώσεις τα επαγγελματικά τους συμφέροντα είναι αλληλοσυγκρουόμενα; Πώς να επιβάλλουν ποινές –σε περίπτωση παραπτώματος- στους εαυτούς τους; Πώς να διευθετήσουν μια οποιαδήποτε αγωνιστική διένεξη μεταξύ αγωνιζομένων χωρίς να αλληλοκατηγορηθούν για συμφέροντα; Γιάννης κερνάει, Γιάννης πίνει; Πρόκειται περί ισορροπίας του τρόμου…
Στην εποχή μας, οι αγώνες στο μηχανοκίνητο σπορ διοργανώνονται από εταιρείες που έχουν την συνολική ευθύνη της εύρυθμης λειτουργίας τους και της συγκροτημένης προβολής τους. Οι εποχές των λεσχών, της παρεϊστικης μορφής αγώνων και της λογικής των στεγανών έχει περάσει ανεπιστρεπτί. Ο κόσμος αλλάζει και η πεισματική εμμονή στην παρελθοντολογία εξουθενώνει το ίδιο το άθλημα. Ακόμη και αυτό το Ραλί Ακρόπολις –το φετίχ επί δεκαετίες της ΕΛΠΑ, για το οποίο πλήρωσε ακριβά το Ελληνικό μηχανοκίνητο σπορ στο σύνολό του- ανατέθηκε φέτος σε εταιρεία να το οργανώσει. Η εταιρεία Celeritas, που δημιούργησαν οι Άρης Βωβός και Παύλος Αθανασούλας, σε συνδυασμό και συνεργασία με την Fairplay Sports Marketing που δημιούργησε ο Δημήτρης Παπανδρέου (όχι ο πρώην πολυπρωταθλητής στην μοτοσικλέτα) οργάνωσαν ένα εντελώς διαφορετικό Ακρόπολις φέτος, άξιο της φήμης του και του prestige του. Μία καθαρόαιμη ελληνική αξιόλογη προσπάθεια, που έδωσε έναν άλλον αέρα στα δρώμενα του χώρου και που σιγά – σιγά θα ανοίξει τις πόρτες στο διεθνές στερέωμα για την χώρα μας. Κατόπιν της φετινής επιτυχημένης προσπάθειας, οι δύο αυτές εταιρείες δημιούργησαν τις περγαμηνές για την οργάνωση περισσοτέρων διεθνών γεγονότων. Η Ελλάδα διαθέτει ατελείωτη φυσική ομορφιά, εξαιρετικές καιρικές συνθήκες τους περισσότερους μήνες του έτους, φιλόξενο λαό που αγαπά το σπορ και -υπό τις παρούσες συνθήκες- υπάρχει η ανάγκη για δουλειά και η δίψα να αποδείξουμε ότι δεν είμαστε ελέφαντες (κατόπιν της ομοβροντίας ανθελληνικών δημοσιευμάτων διεθνώς). Δεν αρκεί να θυμώνουμε… Πρέπει να κάνουμε και κάτι γι’ αυτό… Πως το έλεγαν οι πρόγονοί μας; «Συν Αθηνά και χείρα κίνει»…
Θα το επαναλάβω για άλλη μία φορά. Οι συγκεκριμένες σκέψεις ΔΕΝ αποτελούν αιχμή για τον Σύνδεσμο Οδηγών Αγώνων. Αντιθέτως, δηλώνω απερίφραστα την εκτίμησή μου για την προσπάθεια που καταβάλει να διασωθούν οι αγώνες μοτοσικλέτας. Απλώς, θεωρώ ότι δεν μπορεί να αποτελεί μόνιμη λύση και θα πρέπει να δούμε την κατάσταση περισσότερο σφαιρικά. Ο οικογενειακός χαρακτήρας των αγώνων δεν έχει μέλλον και θα σέρνεται μονίμως από αεροδρόμιο σε αεροδρόμιο (ή «φιλότιμες» πίστες, που δεν έχουν τα απαραίτητα έσοδα για το επόμενο μεγαλύτερο βήμα).
Οι αγώνες ταχύτητας μοτοσικλετών είναι πάθος, αρρώστια, συναισθήματα, δύναμη, οριακή άσκηση, ισορροπία, ένταση, αδρεναλίνη, ψυχή … Χωρίς όραμα δεν πάμε πουθενά και εάν συνεχίσουμε έτσι, η αδράνειά μας θα μας πληγώνει στο διηνεκές…
Με αγωνιστικούς χαιρετισμούς και πραγματική αγάπη για τους αδελφούς αναβάτες...
Δεν υπάρχουν σχόλια: